Ο Μίμης Δομάζος αποτελεί ένα από τα σύμβολα του Παναθηναϊκού, του ελληνικού ποδοσφαίρου, του ελληνικού αθλητισμού.
Ο «Στρατηγός» σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Βραδινή» μίλησε για το χθες και το σήμερα, για τον Παναθηναϊκό, την κατάσταση στο ποδόσφαιρο, ενώ αποκάλυψε και την ατάκα του αξεπέραστου Τότη Φυλακούρη «ο Δομάζος θα στοίχιζε δύο μνημόνια σήμερα!».
«Στρατηγέ», ποδοσφαιρικό συναίσθημα υπάρχει ακόμα ή μετράει μόνο το αποτέλεσμα που διεκδικείται κυρίως με ξένους παίκτες;
«Το ελληνικό πρωτάθλημα δεν παρουσιάζει τίποτα. Παίκτες φεύγουν- έρχονται συνέχεια και βλέπεις ότι οι ομάδες δεν μπορούν να βρουν ρυθμό».
Οι ομάδες στην εποχή του Δομάζου ήταν παρέες. Σήμερα αυτό έχει πεθάνει, παρ’ όλα αυτά, μια διαφορετική φιλοσοφία στην Μπαρτσελόνα κατάφερε τόσα πράγματα.
«Όταν ο κορμός είναι καλός ναι, ωστόσο θέλουν να τον πουλήσουν. Εάν εξαιρέσεις τρεις τέσσερις ομάδες στην Ελλάδα που οι πρόεδροι έχουν χρήματα, οι άλλοι δεν μπορούν να κρατήσουν τους καλούς».
Εάν έπαιζε σήμερα ο Δομάζος θα ήταν εκατομμυριούχος. Θα άλλαζε, παρ’ όλα αυτά, τη δική του εποχή, του συναισθήματος με τα λεφτά του σήμερα;
«Όχι, δεν θα την άλλαζα με τίποτα, διότι τις ωραίες στιγμές που πέρασα σαν ποδοσφαιριστής δεν νομίζω ότι σημερινοί παίκτες μπορούν να τις φτάσουν. Πήγαμε σε τελικό Πρωταθλητριών, έχω 536 συμμετοχές, έχω κατακτήσει αήττητο πρωτάθλημα, τι άλλο να ζητήσω; Ο Τότης Φυλακούρης, γνωστός για το χιούμορ του, είπε σε μια παρουσίαση του βιβλίου μου ότι ο Δομάζος θα στοίχιζε δύο μνημόνια σήμερα!».
Οι καλοί Έλληνες παίζουν στο εξωτερικό. Αυτό βλάπτει την Εθνική;
«Δεν είναι καλό. Στην ομάδα μου παίζει ένας, άντε δύο. Έπρεπε η πολιτεία να μην επιτρέπει τόσους ξένους. Για την Εθνική το πρόβλημα είναι πως εκείνοι που καλούνται από τις ελληνικές ομάδες δεν έχουν παιχνίδια».
Η εικόνα του Παναθηναϊκού πώς θα μπορούσε να αλλάξει; Διότι είναι ξεκάθαρο ότι ψάχνεται.
«Κάθε χρόνο ψάχνεται. Άρα, δεν γίνονται σωστές επιλογές. Προφανώς οι άνθρωποι στην ομάδα είναι σε θέσεις που δεν θα έπρεπε. Θα έπρεπε καταρχάς να έχουν περάσει από τον Παναθηναϊκό, ώστε να γνωρίζουν πόσο ζυγίζει η φανέλα του. Πολλά παιχνίδια σήμερα τα παίρνει μόνο λόγω φανέλας».
Στα τελευταία παιχνίδια παρουσιάζεται η ομάδα καλύτερη. Τι άλλαξε;
«Ότι δεν πάει πλέον για τίποτα, δεν έχει πίεση, και γι’ αυτό παίζει καλύτερα. Ακολουθούν βέβαια πιο δυνατά παιχνίδια και εκεί θα φανεί εάν μπορεί να βελτιωθεί».
Η Ελλάδα θα μπορούσε να βγάζει σήμερα Δομάζους παρά τα προβλήματα;
«Δεν υπάρχουν ακαδημίες και τα παιδιά που έρχονται από χαμηλά, δεν παίζουν. Κατά συνέπεια, ψάχνουν να φύγουν στο εξωτερικό. Χρειάζεται πρόγραμμα, αλλά με την πίεση του κόσμου για τον πρωταθλητισμό δεν μπορείς να του πεις να περιμένει».
Τι θυμάστε περισσότερο που σας συνοδεύει από την ημέρα που σταματήσατε;
«Τον κόσμο που ερχόταν να μας δει στην προπόνηση. Ήταν τουλάχιστον οι διπλάσιοι από αυτούς που πηγαίνουν σήμερα στους αγώνες του Παναθηναϊκού. Στην προπόνηση, ξαναλέω… Ο κόσμος δεν πηγαίνει σήμερα στα γήπεδα όχι επειδή γίνονται επεισόδια. Αυτό τους βολεύει να το επικαλούνται. Δεν βλέπει μεγάλους παίκτες».
Ένα από τα μυστικά του Δομάζου όταν έγραφε ιστορία;
«Μελετούσα πάντοτε τις κινήσεις μου, ανάλογα τον αντίπαλο. Ήξερα ποιος θα έρθει επάνω μου, τι θα κάνει, πώς θα τον παρασύρω. Ο προπονητής έλεγε στον Αντωνιάδη, στον Ελευθεράκη πού θα κινηθούν. Εμένα μού έλεγε “κοίτα ποιον θα έχεις πίσω σου να σε κυνηγάει και σκέψου τι θα του κάνεις”. Κάποια παιδιά μού αποκάλυπταν τον πόνο τους όταν τους έδινε ο προπονητής εντολή να με μαρκάρουν. “Πώς να σε πιάσω;”, μου έλεγαν».
Πελέ ή Μαραντόνα;
«Ο Μαραντόνα στη Νάπολι δεν είχε μεγάλους παίκτες δίπλα του. Στη Νάπολι πήρε το πρωτάθλημα μόνος. Στη σύγκριση με τον Πελέ, όμως, θα πω τον Βραζιλιάνο. Έχω παίξει αντίπαλός του, με τη Σάντος. Ο Πελέ είχε τα πάντα, κεφάλι, ντρίμπλα, ήταν τέλειος. Ο άλλος είχε το μαγικό αριστερό, όπως ο Πούσκας. Αυτοί οι παίκτες κατεβαίνουν από τον Θεό».
Όπως και ο Δομάζος…
«Στα 30 παιχνίδια πρωταθλήματος ήμουν πρώτος στα 28 επειδή προετοιμαζόμουν για τον κόσμο. Έπρεπε να είμαι κάθε Κυριακή πρώτος. Ήμουν μόνος στη ζωή, διότι οι γονείς μου είχαν χωρίσει. Μεγάλωσα στην αλάνα, δίπλα στο γήπεδο. Από τη μεγάλη αγάπη δεν παρασύρθηκα. Δεν είχαμε, βέβαια, καμία πολυτέλεια. Κλωτσούσαμε μια πάνινη μπάλα».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου