Φορώντας τη φανέλα των Φιλαδέλφια/ Σαν Φρανσίσκο Γουόριορς, των Σίξερς και των Λέικερς, πέρασε στο πάνθεον των «θρύλων» του ΝΒΑ σαν ένας απ’ τους πιο προικισμένους παίκτες όλων των εποχών
. Τα παράσημα του, οι τίτλοι (δυο φορές πρωταθλητής) και οι ατομικές διακρίσεις (4 φορές πολυτιμότερος παίκτης του πρωταθλήματος, 7 φορές πρώτος σκόρερ, 11 φορές καλύτερος ριμπάουντερ και πρώτος στη συγκεκριμένη κατηγορία έως σήμερα) και η διάρκεια του επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
«Σνομπ» με το μπάσκετ!
Γεννήθηκε στην Πενσυλβανία της Φιλαδέλφια στις 21 Αυγούστου 1936, σε οικογένεια με εννιά παιδιά. Κόντεψε να πεθάνει από πνευμονία σε αρκετά νεαρή ηλικία, ενώ τίποτα δεν προδίκαζε την ενασχόληση του με το μπάσκετ, αφού, όπως πίστευε «είναι άθλημα για αδερφές»! Αντίθετα, επιδόθηκε στον στίβο και στα άλματα, στα οποία διακρίθηκε λόγω των ξεχωριστών σωματικών προσόντων του. Θέλοντας και μη πάντως, όπως ο ίδιος ανέφερε σε συνεντεύξεις του, «αλλαξοπίστησε», καθώς «το μπάσκετ ήταν ο βασιλιάς των σπορ στη Φιλαδέλφια, οπότε τα ερεθίσματα για να ασχοληθώ ήταν πολλά». Τελικά, όχι απλά αθλήθηκε σαν… «αδερφή», σύμφωνα με όσα έλεγε, αλλά διέπρεψε, δείχοντας ευθύς εξαρχής πως έχει όλα τα προσόντα για να το κάνει!
Ξεχώρισε λόγω του ύψους του, όντας περίπου 1.80 σε ηλικία 10 ετών! Σύμφωνα με τον αθλητικογράφο του ESPN, Χαλ Μπόκ, «μέχρι την εμφάνιση του Τσάμπερλεΐν το μπάσκετ παιζόταν από παίκτες με χαρακτηριστικά… θνητών με μέσο ύψος. Αυτός το άλλαξε». Πρώτη του ομάδα ήταν το High School της Φιλαδέλφεια και τα παρατσούκλια που τον συνόδευαν ήταν «Γουίλτ το ξυλοπόδαρο», «Γολιάθ» και «Μεγάλη Άρκτος»! Με 31 πόντους μ.ο στους Overbrook Panthers το 1953, τους οδήγησε στην κατάκτηση του «Public League» κόντρα στο Northeast High School, όπως επίσης και στον τελικό με το West Catholic, όπου η ομάδα του έχασε με 54-42 και οι αντίπαλοι έβαζαν 4 παίκτες να τον μαρκάρουν! Στη δεύτερη χρονιά πέτυχε ρεκόρ στην κατηγορία με 71 πόντους κόντρα στο Roxborough και ηγήθηκε της αήττητης ομάδας του, που τελείωσε τη χρονιά ως πρωταθλήτρια με 19-0!
Το χρυσάφι λάμπει!
Σύντομα τα βλέμματα στράφηκαν πάνω του, όταν τα κατορθώματα του γινόταν γνωστά όταν ακόμα ήταν νεαρός. Ο Ρεντ Άουερμπαχ, προπονητής των Μπόστον Σέλτικς, εντυπωσιάστηκε απ’ το ταλέντο του και τον έβαλε να παίξει μονό με τον Μπερτ Μπορν, τον MVP των τελικών του NCAA το 1953. Η κατάληξη ήταν ενδεικτική του τί θα ακολουθούσε: ο Τσάμπερλεϊν νίκησε 25-10 και ο Μπορν εγκατέλειψε το άθλημα εν καιρώ, δηλώνοντας πως «αν υπάρχουν τόσο καλοί παίκτες στο Λύκειο, αυτό σημαίνει πως δεν θα τα κατάφερνα τόσο καλά σαν επαγγελματίας»!
Στην τρίτη και τελευταία χρονιά στο Overbrook, πέτυχε 74, 80 και 90 πόντους σε τρία συνεχόμενα παιγνίδια, η ομάδα του κατέκτησε για τρίτη συνεχόμενη φορά το πρωτάθλημα και ο Τσάμπερλεϊν, ζητώντας μια αλλαγή, πήγε στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας, που τον αγόρασε. Η θέληση των Panthers να τον κρατήσουν ήταν τόσο μεγάλη, που είπαν στον προπονητή του πως αν τον έπειθε να μείνει, θα του προσέφεραν πολυετές συμβόλαιο!
Στο πρώτο του παιχνίδι στο Κάνσας με τους Jayhawks σκόραρε 42 πόντους, «κατέβασε» 29 ριμπάουντ και έκανε 4 τάπες! Το μέλλον προδιαγραφόταν ένδοξο, όμως η συνταξιοδότηση του 70χρονου προπονητή Φογκ Άλεν «καθυστέρησε» την «έκρηξη» του, καθώς ο «Γολιάθ» δεν τα πήγαινε εξίσου καλά με τον διάδοχο του, Ντικ Χαρπ.
Ρεκόρ, ρεκόρ, ρεκόρ
Στις 3 Δεκεμβρίου 1956 πέτυχε 52 πόντους με 31 ριμπάουντ, καταρρίπτοντας το ρεκόρ του Πανεπιστημίου έως τότε, στη νίκη με 87-69 εναντίον των Northwestern και σπάζοντας το δάχτυλο του Τζόνι Κερ σε μια προσπάθεια του να καρφώσει! Συνολικά είχε αναπτύξει πολύ το παιχνίδι του, ξεχωρίζοντας ήδη εκπληκτικά σε ηλικία 20 ετών για την ικανότητα του στο σκοράρισμα, στις ασίστ και στις κινήσεις και στο σουτ με πλάτη στο καλάθι. Τα στοιχεία από εκείνη την εποχή κάνουν παράλληλα λόγο για εντυπωσιακές επιδόσεις στον στίβο, αφού έτρεχε τα 100μ. σε 10.9 δευτερόλεπτα, άλμα τριπλούν στα 15 μέτρα, ενώ αναδείχθηκε τρεις συνεχόμενες φορές πρωταθλητής στο άλμα εις ύψος στο πανεπιστήμιο!
Εμπλουτίζοντας ολοένα και περισσότερο το επιθετικό του ρεπερτόριο, οδήγησε το 1957 τους Jayhawks έως τους τελικούς του NCAA κόντρα στη Βόρεια Καρολάινα, όπου οι αντίπαλοι του εφάρμοσαν «triple-team» πάνω του, η ομάδα του έχασε παρά τους 23 πόντους και τα 14 ριμπάουντ και ο ίδιος δήλωσε πως «αυτή η ήττα ήταν η χειρότερη στη ζωή μου».
Σαν έτοιμος από καιρό για επαγγελματίας!
Πρώτη του ομάδα ως επαγγελματίας ήταν οι Harlem Globetrotters, όπου αγωνίστηκε τη σεζόν 1958 - 1959, την τελευταία του χρονιά στο κολέγιο, ενώ την επόμενη σεζόν μετακινήθηκε στους Philadelphia/ San Fransisko Warriors και το ΝΒΑ, που απ’ τη ρούκι χρονιά του τον κατέστησαν καλύτερα πληρωμένο παίκτη του πρωταθλήματος με 30.000 δολάρια το χρόνο. Στο πρώτο του παιχνίδι κόντρα στους Νικς ο Τσάμπερλεϊν σκόραρε 43 πόντους και μάζεψε 28 ριμπάουντ, ενώ συνολικά την πρώτη του χρονιά έφτασε το μέσο όρο του στους 37.6 πόντους και στα 27 ριμπάουντ, «θάβοντας» τα ρεκόρ που κρατούσαν ως τότε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Την ίδια σεζόν, το 1960, αναδείχθηκε MVP στο All-Star Game, ενώ στην αλματώδη πρόοδο και ανάδειξη του, βγήκε στην επιφάνεια η αδυναμία του στις βολες, αφού ευστοχούσε περίπου στις μισές! Έκτοτε κρατεί το παρατσούκλι «ψυχάκιας», αφού σε όλους έκανε εντύπωση πως η «καλαθομηχανή» που συνέτριβε κάθε όριο σκοραρίσματος και έβρισκε συνεχώς νέους τρόπους για να βάζει τη μπάλα στο καλάθι, ήταν τόσο απελπιστικά άστοχος απ’ τη γραμμή της βολής!
Τη σεζόν 1959 - 1960 οι Γουόριορς αποκλείστηκαν στη δεύτερη φάση απ’ τους Σέλτικς με 4-2, έπειτα από έξι πολύ δυνατά παιχνίδια όπου οι παίκτες της Βοστώνης προσπαθούσαν συνεχώς να βρουν τρόπους να σταματήσουν ή να τραυματίσουν τον Τσάμπερλεϊν. Ο ίδιος αναδείχθηκε σε «ρούκι της χρονιάς», πρώτο σκόρερ και MVP του πρωταθλήματος, όμως σόκαρε τους οπαδούς, αφήνοντας να εννοηθεί πως σκέφτεται να αποσυρθεί (!), καθώς είχε κουραστεί πια να αντιμετωπίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο απ’ τους αντιπάλους τους, με δυο και τρεις παίκτες να τον μαρκάρουν και να τον μαρκάρουν τόσο βάναυσα για να τον σταματήσουν. Ακόμα και ο Χάινσον των Σέλτικς παραδέχθηκε πως «τα μισά φάουλ που του γίνονται είναι απ’ τα πιο σκληρά που μπορεί να δει κανείς». Τελικά άφησε στην άκρη τις υπερβολικές σκέψεις του και ξανανέβηκε στο τρένο που τον μετέφερε στον «παράδεισο» της δόξας και της καταξίωσης.
Τη σεζόν ’60 - ’61 έσπασε το «φράγμα» των 3.000 πόντων (σ.σ ο μόνος μετά απ’ αυτόν ήταν ο Τζόρνταν το ’86 - ’87) και των 2.000 ριμπάουντ σε μια σεζόν, με 38,4 και 27,2 αντίστοιχα μ.ο! Οι φανταστικές επιδόσεις του (σ.σ πρώτος σκόρερ ξανά στο πρωτάθλημα) πάντως δεν συνδυάστηκαν με την ομαδική επιτυχία, αφού οι Γουόριορς έχασαν με «sweep» απ’ τους Syracuse Nationals, τον «πρόγονο» των Σίξερς. Ο Τσάμπερλεϊν έριξε τις ευθύνες στον προπονητή Νιλ Τζόνστον, ενώ όταν ο τελευταίος τον χαρακτήρισε «δύσκολο άνθρωπο και χαρακτήρα», ο πρόεδρος Έντι Γκότλιμπ απάντησε όλο νόημα πως «ήταν λάθος που δεν διάλεξα έναν στιβαρό προπονητή, ο Τζόνστον δεν ήταν καθόλου έτοιμος να αναλάβει την ομάδα του Τσάμπερλεϊν»…
Πάντα στην πηγή, πάντα «διψασμένος»…
Κόντρα στους Νικς το 1962 πέτυχε άλλο ένα ιστορικό ρεκόρ, σκοράροντας 100 πόντους με 36/63 σουτ, ενώ ξεπέρασε τους 4.000 πόντους στη regular season, ο μόνος που το έχει καταφέρει έως σήμερα! Η ομάδα του έφτασε στους τελικούς της Ανατολής, όπου έχασαν στο 7ο παιχνίδι απ’ τους Σέλτικς, και ο Τσάμπερλεϊν δέχθηκε σκληρή κριτική που, ενώ είχε μέσο όρο 50 πόντους, οι Γουόριορς έχασαν τον τίτλο. Τότε ο προπονητής του, Φρανκ ΜακΓκουάιρ τον υπερασπίστηκε, λέγοντας πως «ο Γουίλτ ήταν υπεράνθρωπος. Αυτό που έλειπε ήταν κάποιος να σταθεί δίπλα του»…
Η επόμενη χρονιά «σημαδεύτηκε» διοικητικές αναταράξεις και την πώληση της ομάδας, που αποσυντόνισαν την προσπάθεια και παρά τους 44.8 πόντους του Τσάμπερλεϊν, οι Γουόριορς έχασαν τα 49 απ’ τα 80 παιχνίδια, μένοντας εκτός playoff. Τη σεζόν ’63 - ’64 την ομάδα ανέλαβε ο προπονητής Άλεξ Άνουμ και μαζί με τον «Γολιάθ» οδήγησαν την ομάδα τους στους τελικούς του NBA, όπου ηττήθηκαν ξανά απ’ τους Σέλτικς με 4-1. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε στο προσκήνιο ένα «αστέρι» 17 ετών, ο Λιού Αλσιντορ ή -κατά κόσμον- Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, με τον οποίο ο Τσάμπερλεϊν θα ανέπτυσσε έντονη αντιπάθεια με το πέρασμα των χρόνων…
Πλέον ο χρόνος του Τσάμπερλεϊν στους Γουόριορς μέτραγε αντίστροφα. Τα οικονομικά προβλήματα και το άθλιο ξεκίνημα τη σεζόν ’64 - ’65 έβγαλαν εκτός στόχου την ομάδα και στο τέλος της η ανταλλαγή του στους Σίξερς με αντάλλαγμα 3 παίκτες και 150.000 δολάρια τον οδήγησαν σε αλλαγή στρατοπέδου. Ο πρόεδρος των Γουόριορς, Φράνκλιν Μιούλι, τον αποχαιρέτησε πικρόχολα: «Ο Γουίλτ δεν ήταν ένας έυκολος άνθρωπος, δεν μπορούσε κανείς έτσι απλά να τον αγαπήσει. Αυτό πιστεύω πως ισχύει και για τους οπαδούς μας»…
Σίξερς και κορυφή!
Ό,τι του έλειπε έως τότε στην καριέρα του το βρήκε στη νέα του ομάδα! Βέβαια, το ξεκίνημα του εκεί κάθε άλλο παρά οιωνός επιτυχίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Στην πρώτη του χρονιά κατέστησε σαφές πως δεν «γουστάρει» τον προπονητή του, Ντολφ Σείζ, λόγω κόντρας που κρατούσε απ’ το παρελθόν, πέτυχε 34,7 πόντους και 22,9 ριμπάουντ μ.ο και αποκλείστηκε - ξανά - στους τελικούς της Ανατολής απ’ τους Σέλτικς (σ.σ για πέμπτη φορά σε 7 χρόνια), αποκτώντας το προσωνύμιο του «λούζερ». Αντιδρώντας, ο Τσάμπερλεϊν έδωσε συνέντευξη στο Sports Illustrated με τίτλο «My Life in a Bush League», ασκώντας σκληρή κριτική σε συμπαίκτες, προπονητές και αξιωματούχους του ΝΒΑ.
Η δεύτερη σεζόν τον έφερε μετά πολλών ρεκόρ ΞΑΝΑ κόντρα στη Βοστώνη, που, παρά το μειονέκτημα έδρας, προηγήθηκε στη σειρά με 2-0. Ο Σέιζ προσπάθησε να αλλάξει το κλίμα, όμως έχασε τον Τσάμπερλεϊν, που μετά τους 31 πόντους και τα 27 ριμπάουντ στο τρίτο παιχνίδι, που οι Σίξερς έκαναν το 2-1, «εξαφανίστηκε» απ΄την ομάδα και τις προπονήσεις της με τη δικαιολογία πως ήταν «πολύ κουρασμένος». Οι Σέλτικς έκαναν το 3-1, ο «Γολιάθ» δέχθηκε πολύ αυστηρή κριτική για την «εγωιστική και αντιεπαγγελματική» συμπεριφορά του και όταν πια επανήλθε για το 5ο παιχνίδι ήταν πια αργά, με το «στέμμα» να πηγαίνει στη Βοστώνη για άλλη μια χρονιά.
Το νέκταρ που δικαιούταν!
Η σεζόν ’66 - ’67 ξεκίνησε με αλλαγή προπονητή και τον γνώριμο στον Τσάμπερλεϊν, Άλεξ Άνουμ, που φημιζόταν για τη σκληράδα αλλά και την εντιμότητα του, το στοίχημα κερδήθηκε. Ο Γουίλτ «ηρέμησε» και σεβάστηκε επιτέλους αυτόν που καθόταν στην άκρη του πάγκου, πείστηκε να δουλέψει περισσότερο στην άμυνα, εκτίμησε περισσότερο τη δουλειά των συμπαικτών του (σ.σ χαρακτήρισε τον Λουκ Τζάκσον ως τον «απόλυτο πάουερ φόργουορντ») και στο καθιερωμένο αντάμωμα με τους Σέλτικς στους τελικούς της Ανατολής οδήγησαν τη σειρά στο 5ο ματς, όπου με μια μεγαλειώδη νίκη με 140 - 116 (σ.σ ο Τσάμπερλεϊν έφτασε τους 29 πόντους, 36 ριμπάουντ και 13 ασίστ!) βρέθηκαν στους τελικούς του ΝΒΑ!
Εκεί, κόντρα στην παλιά του ομάδα, τους Σαν Φρανσίσκο Γουόριορς, οι Σίξερς έκαναν το 4-2 και κατέκτησαν τον τίτλο, με τον Τσάμπερλεϊν να δηλώνει: «Είναι σπουδαίο να ανήκεις στην κορυφαία ομάδα στην ιστορία του ΝΒΑ! Το να γίνεσαι πρωταθλητής είναι σαν να λάμπεις!» Η χρονιά αυτή έμεινε στην ιστορία, με το βιβλίο του Γουέιν Λιντς το 2002, «Η σεζόν των 76ers» να αφιερώνεται στην προσπάθεια τους και να επικεντρώνεται στον καταλυτικό ρόλο του «Γολιάθ».
Επόμενος σταθμός: Λος Άντζελες!
Το 1968 οι Σίξερς ηττήθηκαν απ’ τους Σέλτικς στους τελικούς της Ανατολής, με τον Τσάμπερλεϊν να μοιράζει τις περισσότερες ασίστ στο πρωτάθλημα και να ακολουθεί το δρόμο του Άνουμ, μακριά απ’ τη Φιλαδέλφεια. Ο δεύτερος έφυγε για τους Όκλαντ Όουκς και ο πρώτος δόθηκε με ανταλλαγή στους Λος Άντζελες Λέικερς για τους Ντάραλ Ίμχοφ, Άρτσι Κλαρκ και Τζέρι Τσέιμπερς.
Στους τελικούς του 1969 κόντρα στους «αιώνιους αντιπάλους του», ο Τσάμπερλεϊν κατακρίθηκε για πρώτη φορά ως «μη καθοριστικός» για την ομάδα του. Στο 6ο παιχνίδι η Βοστώνη έκανε το 3-3 και ο ίδιος πέτυχε μόλις 8 πόντους, κάτι το ασυνήθιστο για την κλάση του. Στο 7ο παιχνίδι μετά από 18 πόντους και 27 ριμπάουντ, τραυματίστηκε 3 λεπτά πριν το τέλος και ο τίτλος ταξίδεψε στην Ανατολή, αφήνοντας πίκρα και γκρίνια στην Καλιφόρνια. Ο προπονητής Φαν Μπρέντα Κόλφ ρωτήθηκε γιατί δεν έβαλε τον Τσάμπερλεϊν στο τέλος και τα «έριξε» στην ελλιπή αμυντική του προσπάθεια, επιβεβαιώνοντας πως δεν ήταν ο τραυματισμός αυτός που τον καθήλωσε στον πάγκο. Τότε, όπως γράφτηκε στον Τύπο, «το 7ο παιχνίδι κατέστρεψε δυο καριέρες: του Γουίλτ, γιατί δεν ανέλαβε την ευθύνη και του Φαν Μπρέντα Κόλφ, γιατί δεν άφησε στην άκρη τις διαφορές του με αυτόν». Τελικά αυτή η ήττα στοίχισε την αντικατάσταση του τελευταίου στον πάγκο απ’ τον Τζόε Μιουλέινι.
Ήττες και η… πρόσκληση απ’ τον Μοχάμεντ Αλι!
Η δεύτερη σεζόν, ’69 - ’70, σημαδεύτηκε από έναν σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο που τον άφησε με μόλις 12 συμμετοχές στη regular season. Οι Λέικερς έφτασαν ως τους τελικούς του πρωταθλήματος, όπου έχασαν με 4-3 απ’ τους Νιού Γιορκ Νικς, που επέστρεψαν απ’ το 3-2, «σε μια απ’ τις κορυφαίες ανατροπές στην ιστορία των τελικών». Ο Τσάμπερλεϊν δεν υστέρησε ούτε τότε, ούτε στους τελικούς της Δύσης της επόμενης χρονιάς απέναντι στους Μιλγουόκι Μπακς του Καρίμ Αμντούλ Τζαμπάρ, όμως η κατάληξη ήταν η ίδια: μηδέν εις το πηλίκο. Περισσότερο απ’ τα στατιστικά στοιχεία των αγώνων, αξιομνημόνευτο από εκείνο το διάστημα παραμένει η πρόσκληση του απ’ τον Μοχάμεντ Αλι για έναν αγώνα μποξ, καθώς και τα 5 εκατ. δολάρια που προσέφερε στον καθέναν τους ο προπονητής του σπορ, Κας Ντ΄Αμάτο, κάτι που ο Τσάμπερλεϊν αρνήθηκε!
Δαχτυλίδι για δεύτερη και τελευταία φορά
Στη σεζόν 1971 - 1972 ο Τσάμπερλεϊν ήταν μεν αρχηγός των Λέικερς, όχι όμως πλέον και το βαρύ πυροβολικό, όντας πια σε ηλικία 35 ετών. Ο Μπ[ιλ Σάρμαν καθόταν στην άκρη του πάγκου, καταφέρνοντας να κρατά τις ισορροπίες και να τον αξιοποιεί όσο καλύτερα γίνεται, οδηγεί τους «λιμνάνθρωπους» στην κορυφή! Με σκορ 4-1 επί των Νικς και τον Γουιλτ να παίζει τραυματίας στο τελευταίο παιχνίδι (24 πόντοι, 29 ριμπάουντ), ο τελευταίος αναδεικνύεται για πρώτη φορά στην καριέρα του σε MVP των τελικών, οδηγεί την ομάδα του στο πρωτάθλημα και φορά το δεύτερο δαχτυλίδι στην καριέρα του.
Οι Λέικερς ηττήθηκαν με το ίδιο σκορ απ’ τους Νικς την επόμενη χρονιά και ο Τσάμπερλεϊν βρέθηκε ως παίκτης- προπονητής στους San Diego Conquistadors έναντι 600.000 δολαρίων ετησίως. Οι επιδόσεις του δεν είχαν καμία σχέση με τα κατορθώματα του ως παίκτης και μετά από 37 νίκες και 47 ήττες στη σεζόν, ο 38χρονος πλέον «Γολιάθ» κατηγόρησε τους… οπαδούς και τη χαμηλή τους προσέλευση στο γήπεδο και αποσύρθηκε απ’ το επαγγελματικό μπάσκετ.
«Σκόρερ» και εκτός γηπέδων!
Παρότι το προφίλ του ήταν αρκετά μετρημένο και σοβαρό σε νεαρή ηλικία, δεν δυσκολεύτηκε, σύμφωνα με τον «θρύλο», να βρει τον τρόπο του με τις γυναίκες! Ο δικηγόρος του, Σέιμουρ Γκόλντμπεργκ, είχε δηλώσει κάποτε: «άλλοι συλλέγουν γραμματόσημα. Ο Γουίλτ συλλέγει γυναίκες»! Η παλιά του σύντροφος, Σουηδή άλτρια, Άνετ Τάναντερ, που τον γνώρισε όταν αυτή ήταν 19 ετών και ο Τσάμπερλεϊν 40, είχε αναφέρει σχετικά: «Πιστεύω πως την έπεφτε σε ΚΑΘΕ γυναίκα που έβλεπε»! Πολλές απ’ τις φιλενάδες του επιβεβαίωσαν πως κάποτε είχε κάνει σεξ με 23 γυναίκες σε 10 μέρες, πως οργάνωνε ομαδικό σεξ με τρια ή και παραπάνω άτομα, ενώ ο ίδιος ισχυρίστηκε το 1991, στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «A view from Above» πως έχει συνευρεθεί με 20.000 διαφορετικές γυναίκες!
Απροσδόκητος θάνατος
Απ’ το 1992, όταν νοσηλεύτηκε με καρδιακά προβλήματα, αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας. Το 1999 έχασε 50 κιλά εξαιτίας της παραμονής του στο νοσοκομείο και της κακής κατάστασης στην οποία περιήλθε για τον ίδιο λόγο. Τελικά προδόθηκε απ’ την καρδιά του σαν σήμερα, στις 12 Οκτωβρίου 1999, στην Καλιφόρνια. Τόσο φίλοι, όπως ο Ρεντ Άουερμπαχ, αυτός που τον «ανακάλυψε», όσο και εχθροί, όπως ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, τον χαρακτήρισαν έναν «απ’ τους κορυφαίους παίκτες όλων των εποχών».
Κληρονομιά: ανεκτίμητη!
Με 45,8 πόντους μέσο όρο σε 1045 παιγνίδια regular season και 47,2 σε 160 αγώνες playoff, δεν θα μπορούσε το όνομα του να μην παραπέμπει σε μυθικά κατορθώματα μιας άλλης εποχής του ΝΒΑ, που σημαδεύτηκε απ’ το αστείρευτο ταλέντο ορισμένων αξέχαστων παικτών. Τέτοιος ήταν και ο Γουίλτ Τσάμπερλεϊν, που έσπασε αμέτρητα ρεκόρ, φιγουράρει έως σήμερα στην κορυφή των ριμπάουντερ, πέτυχε 100 πόντους σε έναν αγώνα, με τον μόνο που να τον πλησιάζει να είναι ο Κόμπε Μπράιαντ με 81 πόντους, τα «double/ triple / quadraple - team» που εφαρμόστηκαν πάνω του, η υστεροφημία του είναι εξαιρετική και όχι άδικα.
Πέτυχε 31.419 πόντους, «κατέβασε» 23.924 ριμπάουντ, μοίρασε 4.643 ασίστ. Ανήκε 7 φορές στην καλύτερη ομάδα του ΝΒΑ, ήταν 13 φορές NBA All - Star. Είναι το Νο.13 στη λίστα του ESPN με τους «Καλύτερους Βορειοαμερικανούς αθλητές Όλων Των Εποχών», ανήκει στο «Naismith Basketball Hall of Fame», Νο.2 στη λίστα του SLAM Magazine για τους «Καλύτερους 50 ΝΒΑers Όλων Των Εποχών». Είναι ο Γουίλτ Τσάμπερλεϊν…
Στατιστικά: Basketball-Reference.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου