Τη δεκαετία του 1960, ο Μοχάμεντ Άλι ήταν ο παγκόσμιος πρωταθλητής στην κατηγορία του, ένας αθλητής που μεσουρανούσε. Μεσούντος του πολέμου στο Βιετνάμ, διατύπωσε δημοσίως την αντίθεσή του στον πόλεμο και αυτοπροσδιορίστηκε ως αντιρρησίας συνείδησης: «Το Κοράνι μάς απαγορεύει να συμμετέχουμε σε πολέμους που δεν γίνονται στο όνομα του Αλλάχ. Δεν συμμετέχουμε σε πολέμους απίστων», δήλωσε το 1966, και ένα μήνα αργότερα: «Δεν έχω τίποτα να χωρίσω με τους Βιετ Κονγκ. Αυτοί δεν με είπαν ποτέ αράπη». Όταν κλήθηκε να περάσει «περιοδεύον», προσπάθησε να αφαιρέσει το όνομά του από τα μητρώα στρατευσίμων μέσω της υπάρχουσας διοικητικής διαδικασίας. Σύμφωνα με τους τότε στρατιωτικούς κανονισμούς των ΗΠΑ, για να γίνει δεκτό το αίτημα εξαίρεσης από τη στράτευση ενός αντιρρησία συνείδησης, αυτός έπρεπε να πείσει την υπηρεσία για τρία πράγματα: (α΄) ότι ήταν αντίθετος στον πόλεμο γενικά (όχι μόνο σε μερικούς πολέμους), (β΄) ότι αυτή η αντίθεση οφειλόταν στη θρησκευτική του πίστη και (γ΄) ότι αυτή η πίστη ήταν ειλικρινής. Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ στην εισήγησή του για την υπόθεση (μετά από έρευνα του FBI) υποστήριξε ότι ο Άλι δεν πληρούσε κανένα από τα τρία κριτήρια. Έτσι, η αρμόδια επιτροπή του στρατού απέρριψε το αίτημα του πρωταθλητή. Αυτός αντέδρασε με μια αποτυχημένη προσπάθεια να χειροτονηθεί ως ιμάμης στο Τέξας. Αλλά ήταν αργά: η κλήση να παρουσιαστεί για στράτευση του επιδόθηκε τον Απρίλιο του 1967. Στο κέντρο νεοσυλλέκτων, ο Άλι βρέθηκε να στέκεται ανάμεσα σε καμιά πενηνταριά νεαρούς Αμερικανούς που ετοιμάζονταν να γνωρίσουν από κοντά όσα είδαμε αργότερα στον «Ελαφοκυνηγό» και στο «Πλατούν». Ο λοχίας φώναξε το όνομα του πρωταθλητή. Αυτός έπρεπε κανονικά να κάνει ένα βήμα μπροστά και να πει, «Παρών». Αρνήθηκε. Ο λοχίας φώναξε δεύτερη φορά το όνομά του. Ο Άλι έμεινε ακίνητος. Ο αξιωματικός είπε, «Κύριε Άλι, σας επισημαίνω ότι η ανυποταξία είναι ομοσπονδιακό αδίκημα», και ξαναφώναξε το όνομά του. Ο Άλι κοίταζε ίσια μπροστά, απτόητος. Συνελήφθη εκείνη τη στιγμή. Οι ομοσπονδίες του αθλήματος του αφαίρεσαν όλους τους τίτλους του. Η Αμερική διχάστηκε: η νεολαία, η αφροαμερικανική κοινότητα (εξοργισμένη με τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ εκείνη την εποχή), οι καλλιτέχνες, τα προοδευτικά στρώματα της κοινωνίας, τον στήριξαν. Το κατεστημένο, η συντηρητική πλειοψηφία, τα μίντια, τον πολέμησαν. Δύο μήνες μετά, καταδικάστηκε στο Τέξας από 12 λευκούς ενόρκους (ήταν συνήθης πρακτική των εισαγγελέων του Νότου να εξαιρούν όλους τους μαύρους ενόρκους σε δίκες Αφροαμερικανών, ώστε οι τελευταίοι να δικάζονται μόνο από λευκούς — το Ανώτατο Δικαστήριο κήρυξε αυτή την πρακτική αντισυνταγματική μόλις το 1986). Μετά την επικύρωση της καταδίκης από το Εφετείο, ο Άλι προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ήμαστε πια στο 1971, στο μέσον της προεδρίας Νίξον. Η στάση της κοινής γνώμης απέναντι στον πόλεμο του Βιετνάμ έχει αλλάξει δραματικά, καθώς αυξάνονται τα φέρετρα που επιστρέφουν με αεροπλάνα από τη νοτιοανατολική Ασία. Αλλά και στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο έχει μεσολαβήσει το Καλοκαίρι των Λουλουδιών, οι Μαύροι Πάνθηρες με τις σηκωμένες γροθιές στους Ολυμπιακούς (ένα από τα αιτήματα τους ήταν να δοθούν πίσω στον Άλι οι τίτλοι που του είχαν αφαιρεθεί), το ιστορικό βίαιο συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος. Το Ανώτατο Δικαστήριο, σε μια ομόφωνη απόφαση, ακύρωσε την καταδίκη του Άλι. Η απόφαση στηρίχτηκε σε μια ανακολουθία της κυβέρνησης: όπως προαναφέρθηκε, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ είχε υποστηρίξει ότι ο Άλι δεν πληρούσε κανένα από τα τρία κριτήρια για την απαλλαγή από τη στράτευση. Όμως, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η κυβέρνηση άλλαξε στάση. Δήλωσε ότι αποδεχόταν την ειλικρίνεια των πεποιθήσεων του Άλι, καθώς και το γεγονός ότι η άρνησή του βασιζόταν στη θρησκευτική του πίστη. Υποστήριξε όμως ότι ο Άλι δεν ήταν αντίθετος σε κάθε είδος πολέμου, αλλά μόνο στους πολέμους που έκανε η κυβέρνηση των ΗΠΑ. Επικαλέστηκε μάλιστα την τζιχάντ ως απόδειξη ότι το Ισλάμ δεν είναι αντίθετο στον πόλεμο γενικά. Το δικαστήριο σημείωσε ότι η απόφαση της επιτροπής απαλλαγών να μη δεχτεί να καταχωρίσει τον Άλι ως αντιρρησία συνείδησης βασίστηκε στο υπόμνημα του υπουργείου Δικαιοσύνης που έλεγε ότι ο Άλι δεν πληροί κανένα από τα τρία κριτήρια. Εφόσον η κυβέρνηση ομολογούσε τώρα ότι ο Άλι πληρούσε, στην πραγματικότητα, δύο από τα τρία κριτήρια, η απόφαση της επιτροπής απαλλαγών ήταν ακυρωτέα. Συνεπώς, ήταν ακυρωτέα και η ποινική καταδίκη που βασίστηκε στο ότι ο Άλι δεν είχε πάρει νόμιμη απαλλαγή από τη στράτευση. Η απόφαση ήταν γνησίως νομική και οι δικαστές απέφυγαν να πάρουν θέση στα ζητήματα ουσίας (μόνο ο δικαστής Douglas σε μια χωριστή γνώμη ανέλυσε την έννοια της τζιχάντ, εξομοιώνοντάς τη με αυτό που στη Δύση είναι γνωστό ως «δίκαιος πόλεμος»). Έστω κι έτσι, ο Άλι αθωώθηκε. Είχε συμβεί μια μεγάλη στροφή στην αμερικανική κοινωνία, που πιστοποιήθηκε λίγο αργότερα με την πτώση του Νίξον και την αποχώρηση από το Βιετνάμ. Ο Μοχάμεντ Άλι έζησε και μεγαλούργησε αθλητικά σε μια αμερικανική κοινωνία παθιασμένη με τα σπορ και τη βία, μια αμερικανική κουλτούρα που αποθέωνε τους μαύρους αθλητές ενώ τιμωρούσε το να έχει κάποιος μαύρο δέρμα. Ο Άλι υπήρξε κομβική φιγούρα σε μια βαθιά μεταστροφή στην αμερικανική πολιτισμική ταυτότητα (τουλάχιστον τη mainstream): επανακαθόρισε την έννοια του σκληρού άντρα, του μάτσο τύπου, καθώς και την έννοια του θάρρους. Όπως έγραψε τότε η Washington Post: «Real men do not just fight, real men fight for peace». Με την απόφασή του να σταθεί όρθιος απέναντι στο κράτος, ο Άλι έστειλε ένα μήνυμα κουράγιου στους καταπιεσμένους της αμερικανικής κοινωνίας. Από τον Νέλσον Μαντέλα που δήλωνε ότι η περσόνα του Άλι τού έδινε κουράγιο στον αγώνα του, μέχρι τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ που υποστήριζε, «Πρέπει να πάρουμε παράδειγμα τον Άλι», και μέχρι τους Μαύρους Πάνθηρες που διατυμπάνιζαν, «We are the greatest» (σε παράφραση της διάσημης δήλωσης του Άλι, «I am the greatest»), όλοι άκουσαν το βασικό μήνυμα του Άλι: Δεν φοβάμαι. Και ήταν ένα μήνυμα πανίσχυρο. Ο Μπαράκ Ομπάμα μεγάλωσε με την αφίσα του Άλι στο δωμάτιό του και χθες τον αποχαιρέτησε ως ο πρώτος Αφροαμερικανός πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ. Κι όμως τα θύματα της βίας συμμοριών, οι τοξικοεξαρτημένοι, οι φυλακισμένοι, οι θανατοποινίτες, τα θύματα αστυνομικής βίας, όλες αυτές οι ομάδες αποτελούνται πλειοψηφικά από μαύρους. Change hasn’t happened yet.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου