Ο Μιχαήλ Μοισέγιεβιτς Μποτβίνικ, που διαδέχτηκε τον Αλιέχιν στον θρόνο του παγκόσμιου πρωταθλητή κερδίζοντας στο ματς διεκδικητών το 1948, γεννήθηκε στις 17 Αυγούστου 1911 στην τότε Kuokkala του ελεγχόμενου απο την Ρωσία πλήν όμως αυτόνομου δουκάτου της Φινλανδίας στην σημερινή περιοχή του Repino της Αγίας Πετρούπολης.
Αν και γόνος Εβραϊκής οικογένειας, ο Μποτβίννικ εκπαιδεύτηκε σε Σοβιετικά σχολεία. Το 1923, σε
ηλικία 12 ετών, ξεκίνησε η ενασχόλησή του με το σκάκι όταν ένας φίλος του μεγαλύτερου αδερφού του του έμαθε το παιχνίδι χρησιμοποιώντας μια χειροποιήτη σκακιέρα. Ο Μποτβίνικ ερωτεύθηκε έκτοτε το άθλημα του σκακιού και συμμετείχε στο τουρνουά του σχολείου του το φθινόπωρο του 1923, τερματίζοντας στην μέση της βαθμολογίας, ενώ την επόμενη χρονιά το κέρδισε. Το 1925 κέρδισε σε σιμουλτανέ τον Καπαμπλάνκα. Η σκακιστική πορεία του ήταν εντυπωσιακά ανοδική και το 1931, σε ηλικία 20 ετών κέρδισε το πρωτάθλημα Ρωσίας, αν και ο ίδιος δηλωσε οτι “το επίπεδο δεν ήταν και τόσο υψηλό, καθώς αρκετοί ισχυροί σκακιστές έλειπαν. Το πρωτάθλημα Ρωσίας το κατέκτησε συνολικά 6 φορές, με τελευταία το 1952.
Κατέκτησε τον τίτλο του 6ου παγκόσμιου πρωταθλητή το 1948, όταν σε τουρνουα 5 παικτών στην Χάγη βγήκε μόνος πρώτος με 14 βαθμούς σε 20 αγώνες, τρεις βαθμούς μπροστά από τον δεύτερο. Διατήρησε τον τίτλο του για τα επόμενα 15 χρόνια με μικρά “ενδιάμεσα διαλλείματα” , παίζοντας επτά ματς για τον τίτλο. Το 1951 διατήρησε τα κεκτημένα ισοφαρίζοντας στο τέλος το ματς με τον Bronstein ( 5 νίκες, 14 ισοπαλίες και 5 ήττες), ενώ παρέμεινε στον θρόνο του και μετά το ματς του 1954 μετά την ισοπαλία με τον Vasily Smyslov ( 7 νίκες, 10 ισοπαλίες και 7 ήττες). Το 1957 έχασε με σκόρ 12½ – 9½ τον τίτλο απο τον Σμύσλοβ, σύμφωνα όμως με τους κανονισμούς είχε δικαίωμα για ρεβανς χωρίς να χρειαστεί να παίξει στο τουρνουά των διεκδικητών. Η ρεβάνς έγινε στην Μόσχα το 1958 όπου ο Μποτβίνικ νίκησε τον αντίπαλό του, κερδίζοντας ξανά τον τίτλο του. Το 1960 έχασε καθαρά τον τίτλο απο τον Tal με σκορ 12½ – 8½, πάλι όμως στο ματς – ρεβάνς που έγινετο 1961 στην Μόσχα, κέρδισε τον Ταλ με συνολικό σκορ 13 – 8 επανακατακτώντας τα πρωτεία. Έχασε ξανά τον τίτλο το 1963 απο τον Πετροσιάν με σκορ 12½ – 9½, πλέον όμως λόγω αλλαγής στους κανονισμούς δεν είχε δικαίωμα για ρεβανς, όπως στις δυο προηγούμενες περιπτώσεις με τον Ταλ και τον Σμύσλοβ.
O Μιχαήλ Μποτβίνικ είχε αναγνωριστεί ως ο πιο ικανός παίκτης στην ιστορία του σκακιού στον τομέα της ατομικής προετοιμασίας. Χρησιμοποιούσε μια διαδικασία πέντε σταδίων: ανάλυση σημαντικών πρόσφατων παρτίδων, μελέτη όλων των παρτίδων που έχει παίξει ο αντίπαλος, επιλογή ρεπερτορίου ανοιγμάτων, μυστικές παρτίδες προπόνησης και παντελής αποχή από το σκάκι περίπου 5 ημέρες πριν από την έναρξη του ματς ή του τουρνουά. Αυτά στην εποχή του. Οι υπολογιστές, όπως είναι φυσικό, έφεραν μεγάλες αλλαγές. Οι σημερινοί γκρανμέτρ πρέπει να περάσουν από κόσκινο εκατοντάδες (ή χιλιάδες) παρτίδες που δημοσιεύονται στιγμιαία στο ίντερνετ και συγκεντρώνονται σε βάσεις δεδομένων. Και πρέπει να γνωρίζουν πολύ περισσότερα από τους παίκτες της εποχής του Μποτβίνικ πριν ετοιμάσουν μια καινοτομία.
Οι μυστικές παρτίδες προπόνησης είναι εκτός μόδας και έχουν αντικατασταθεί από την ανάλυση του υπολογιστή. Είναι πιθανό πως ο Μποτβίνικ, αν ζούσε σήμερα, θα διαφωνούσε με αυτή την πρακτική. Υποστήριζε πως οι παρτίδες προπόνησης βοηθούν στον εντοπισμό των πρακτικών αδυναμιών του παίκτη, όπως για παράδειγμα η συχνή είσοδος σε πίεση χρόνου.
Ο πατριάρχης του σοβιετικού σκακιού, σε εκείνη την εποχή χωρίς υπολογιστές, ήταν υπέρμαχος της δημοσίευσης αναλυμένων παρτίδων σε περιοδικά, ώστε οι αναγνώστες να στέλνουν χρήσιμα σχόλια. Σήμερα αυτή είναι δουλειά της σκακιστικής μηχανής.
Ο Μποτβίνικ, ο οποίος ονομάστηκε και “πατριάρχης του σκακιού” ήταν απο τους λίγους σκακιστές που κατέκτησαν τον παγκόσμιο τίτλο και ήταν συνάμα και αυθεντίες και σε άλλους τομείς: Ήταν ηλεκτρολόγος μηχανικός και πρωτοπόρος στον τομέα των σκακιστικών υπολογιστών. ” Έφυγε” το 1995 σε ηλικία 83 ετών.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου